Οι στίχοι αποτελούν τις σκέψεις ενός φυλακισμένου που σύντομα θα θανατωθεί δια απαγχονισμού. Η αρχική αγωνία του δίνει τη θέση της, σταδιακά, στη απελπισία, στην παραίτηση, στην ηρεμία, τη συμφιλίωση με το θάνατο και τη βεβαιότητα μιας μεταθανάτιας ζωής. Τα γεγονότα που πυροδοτούν αυτή την εναλλαγή συναισθηματικών καταστάσεων είναι η είσοδος του ιερέα που έρχεται να ευλογήσει τον πρωταγωνιστή στο κελί και αργότερα η κραυγή «ο Θεός μαζί σου» ενός φυλακισμένου.
Ο μελλοθάνατος όχι μόνο αγνοεί τον ιερέα αλλά φαίνεται να ενοχλείται από την παρουσία του στρέφοντας το βλέμμα του έξω από το κελί του. Έχει απορρίψει την ιδέα ενός αγαθού και φιλεύσπλαχνου Θεού αλλά όχι και αυτή της μεταθανάτιας ζωής. Η σκέψη που του γεννά η ευχή του συγκρατούμενού του φέρνει στο νου τα λόγια του σταυρωμένου Ιησού κατά την Καινή Διαθήκη «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» (Ματθαίος 27:46, Μάρκος 15:34).
Ο μελλοθάνατος φροντίζει να δώσει συμβουλευτικό χαρακτήρα στα τελευταία του λόγια, προσπαθώντας να μεταλαμπαδεύσει τη σοφία που του προσέδωσε η προσμονή του επικείμενου θανάτου. Παρακαλάει τον ακροατή να συνειδητοποιήσει το νόημα των λόγων του, να διδαχθεί από το παράδειγμά του και, έτσι, να προσδώσει νόημα στον άδοξο θάνατο του κατάδικου, να «πιάσει την ψυχή του πριν αυτή πετάξει μακριά».
Σύμφωνα με τον Dickinson, ωστόσο, μέσα από τον φόβο τελικά αναγεννάται η ελπίδα και γι’ αυτό το κομμάτι κλείνει με τον μέχρι πρότινος αμφιταλαντευόμενο μελλοθάνατο να μεταστρέφεται και αναφωνεί «αγιασθήτω το όνομά σου». Σύμφωνα με τον Harris55, οι στίχοι εξετάζουν το αν η πίστη που ακολουθεί τον άνθρωπο ολόκληρη τη ζωή του αντέχει όταν πλησιάζει η ώρα του θανάτου, αν τον στηρίζει τη στιγμή που αυτός τη χρειάζεται περισσότερο από ποτέ. Ο στίχος “…as I walk my life drifts before me” περιγράφει ένα νευρολογικό φαινόμενο που ονομάζεται υπερμνησία.
Αυτό χαρακτηρίζεται από αυτόματη ανάδυση αναμνήσεων, με αποτέλεσμα να αναβιώνει το άτομο, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, κάποιο μικρό ή μεγαλύτερο μέρος της προηγούμενης ζωής του. Παρατηρείται σε διάφορες καταστάσεις, μια από τις οποίες είναι ο αιφνίδιος θανάσιμος κίνδυνος (απειλή εκτέλεσης, πτώση από ύψος, κλπ.).
Σε αυτή τη περίπτωση παρατηρείται και το φαινόμενο της πανοραμικής αναβίωσης ολόκληρης της ζωής του ατόμου. “Last Rites” ονομάζεται ένα μυστήριο της Καθολικής Εκκλησίας κατά το οποίο ο ιερέας αλείφει σταυρωτά με λάδι τον ετοιμοθάνατο και προσεύχεται για τη σωτηρία του.
Πιθανώς ο Harris δανείστηκε το στίχο “catch my soul, it’s willing to fly away!” από το τραγούδι “Rainbow’s Gold” των Beckett (οι οποίοι ήταν φίλοι με τους Maiden). Αυτό προέρχεται από το ομότιτλο άλμπουμ τους (1974). Το τραγούδι αυτό, αργότερα, διασκεύασαν και συμπεριέλαβαν οι Maiden ως b-side στο single “2 Minutes To Midnight”.