Πρόλογος
Πρόκειται για το πρώτο άλμπουμ της επιστροφής των Dickinson και Smith και συγχρόνως για το πρώτο άλμπουμ το οποίο ηχογραφήθηκε με τρεις κιθαρίστες. Η παραγωγή ανατέθηκε σε έναν παραγωγό που δεν είχε ξανασυνεργαστεί με τους Maiden, τον Kevin Shirley, ο οποίος είχε επιτελέσει παραγωγός για συγκροτήματα όπως οι Aerosmith, οι Black Crows και οι Dream Theater. Σύμφωνα με τον Dickinson, η επιλογή του έγινε ανάμεσα σε άλλους 3
υποψηφίους για τη θέση του παραγωγού, τους οποίους δεν κατονόμασε. Ο Smith, ωστόσο, έχει δηλώσει24 πως ένας από εκείνους το όνομα των οποίων είχε συζητηθεί ήταν ο Roy Z, αλλά δεν προτιμήθηκε από φόβο να μην ταυτιστούν οι Maiden με τη solo καριέρα του Dickinson. Σύμφωνα, επίσης, με τον Smith, τέσσερα κομμάτια του άλμπουμ είχαν ήδη γραφτεί από την περίοδο του “Virtual XI”, από τα οποία ονόμασε τα “The Mercenary”, “Dream Of Mirrors” και “The Nomad”.
Ο Shirley εισήγαγε μια νέα μέθοδο ηχογράφησης των άλμπουμ του συγκροτήματος, κατά την οποία τα όργανα δεν ηχογραφούνταν ξεχωριστά το ένα από το άλλο, αλλά το συγκρότημα ηχογραφούνταν να εκτελεί το κομμάτι ζωντανά. Από το σύνολο των εκτελέσεων που προέκυψαν, επιλέχθηκαν οι προτιμούμενες εκτελέσεις των διάφορων μερών του κάθε τραγουδιού, από τις οποίες προέκυψε το τελικό αποτέλεσμα αφού προστέθηκαν κάποια overdubs και εφέ. Αυτή η μέθοδος επιτάχυνε τη διαδικασία της ηχογράφησης αλλά και επέτρεψε στο συγκρότημα να ακούγεται πιο «ζωντανό» στο άλμπουμ από ότι παλαιότερα, κάτι που άρεσε τόσο στους Maiden ώστε να καθιερωθεί και σε όλα τα
επόμενα στούντιο άλμπουμ.
Συνθετικά, το άλμπουμ παρουσιάζει λίγες καινοτομίες, έχει περισσότερο το χαρακτήρα του άλμπουμ «επιστροφής», στο οποίο, χωρίς να λείπουν κάποια νέα στοιχεία, κύριο βάρος δόθηκε στα χαρακτηριστικά εκείνα που εδραίωσαν τους Maiden ως ένα από τα κορυφαία heavy metal συγκροτήματα.
Το άλμπουμ αποτέλεσε σχετική εμπορική επιτυχία και αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για το συγκρότημα σε όλες τις περιοχές πλην των ΗΠΑ, όπου οι πωλήσεις πρώτου χρόνου κυκλοφορίας, αν και πενταπλασιάστηκαν σε σχέση με αυτές του “Virtual XI”, παρέμειναν στο μέσο των εκπεφρασμένων ελπίδων του Dickinson για χρυσό δίσκο (500.000 πωλήσεις) προ της έκδοσης του άλμπουμ. ενώ ακολούθησε πολύ επιτυχημένη περιοδεία.
Η επιλογή του εξωφύλλου του άλμπουμ επέφερε σοβαρό πλήγμα στις ήδη κακές σχέσεις του συγκροτήματος με τον Derek Riggs, λόγω του οποίου οι δύο πλευρές απείχαν από οποιαδήποτε συνεργασία για τα επόμενα έξι χρόνια. Σύμφωνα με τον Riggs, αρχικά είχε οριστεί ως τίτλος του άλμπουμ το “The Wicker Man” (κάτι που έχει επιβεβαιώσει και ο Dickinson) και οι Maiden του είχαν ζητήσει να ζωγραφίσει ένα ανάλογο εξώφυλλο. Ο Riggs
παρέδωσε ένα σχέδιο το οποίο απεικόνιζε ένα σκιάχτρο-Eddie που καιγόταν. Πάνω από τις φλόγες σχηματιζόταν το κεφάλι του Eddie το οποίο υπάρχει και στο κανονικό εξώφυλλο του άλμπουμ, αλλά με καφέ χρώμα. Έπειτα, ο Dickinson εμπνεύστηκε τον τίτλο “Brave New World”. Χωρίς να ενημερώσουν τον Riggs, οι Maiden κράτησαν μόνο το κεφάλι του καπνού από το προσχέδιο, άλλαξαν το χρώμα του σε γαλάζιο και ανέθεσαν στον Steve Stone να
σχεδιάσει σε ηλεκτρονικό υπολογιστή μια φουτουριστική άποψη του Λονδίνου, η οποία
απεικονίζεται στο κάτω μισό του εξωφύλλου. Ωστόσο, ο ουρανός πίσω από το κεφάλι του Eddie φέρει σημεία που είναι παρμένα (χωρίς να αναφέρεται στα credits του artwork) από το εξώφυλλο της ταινίας “Fright Night” («Νύχτα Τρόμου») (1985).
Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για τα δύο προσωπεία που σχηματίζονται στην κάτω αριστερή γωνία του προσώπου του Eddie. Τα σχέδια του Riggs, σύμφωνα με τον ίδιο28, δεν επιλέχθηκαν ούτε για το single “The Wicker Man”, λόγω προηγηθείσας διαφωνίας μεταξύ του ιδίου και τον Dickinson. Η διαφωνία, σύμφωνα πάντα με τον Riggs, προέκυψε όταν ο Dickinson απέρριψε το εξώφυλλο που είχε προετοιμάσει για το ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ “Scream For Me Brazil” («Φώναξε Για Εμένα Βραζιλία») (1999) του προσωπικού
του σχήματος, αρνούμενος, μάλιστα, να τον πληρώσει. Με παρέμβαση του, ο Smallwood, ο οποίος ήταν ο manager του Dickinson και στη προσωπική του καριέρα, ανάγκασε τον Dickinson να πληρώσει τον Riggs, επιλύωντας, τυπικά, τη διαφωνία. Τη δυσαρέσκεια του Dickinson για το εξώφυλλο που είχε φιλοτεχνήσει ο Riggs για το “Scream For Me Brazil” την έχει επιβεβαιώσει και ο ίδιος.
Η περιοδεία που ακολούθησε την έκδοση του άλμπουμ ονομάστηκε “Brave New World Tour” (το ευρωπαϊκό σκέλος αυτής ονομάστηκε “Metal 2000”). Σαν εισαγωγή χρησιμοποιήθηκε μια
σύντμηση του κομματιού “Arthur’s Farewell” του Jerry Goldsmith (1929 – 2004) (ενορχήστρωση έχει κάνει ο Alexander Courage) από το soundtrack της ταινίας “The
First Night” («Ο Πρώτος Ιππότης») (1995). Η τελευταία συναυλία της περιοδείας δόθηκε στις 19 Ιανουαρίου 2001 στο φεστιβάλ “Rock In Rio” στο Rio De Janeiro της Βραζιλίας. Η συναυλία διεξήχθη μπροστά σε 250.000 θεατές, το μεγαλύτερο κοινό που έχουν συγκεντρώσει οι Maiden ως headliners. Ένα χρόνο αργότερα, εκδόθηκε υπό
τη μορφή του live CD και DVD “Rock In Rio”.
Το χρονικό διάστημα το οποίο μεσολάβησε από την ημερομηνία της συναυλίας ως την έκδοση του DVD ήταν μεγαλύτερο του αναμενόμενου λόγω του ότι ο Harris δεν είχε μείνει ευχαριστημένος από την παραγωγή της υπεύθυνης εταιρίας και ανέλαβε να επαναμιξάρει όλο το οπτικό υλικό μόνος του. Μάλιστα, ο Harris έχει δηλώσει πως το μεγαλύτερο μέρος του υλικού της κάμερας η οποία κάλυπτε τον Smith είχε καταστραφεί, γεγονός το οποίο εξηγεί την μικρή παρουσία του Smith κατά τη διάρκεια του video.
Τέλος, μια κακοτυχία έλαβε χώρα κατά τη συναυλία αυτή. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας, στην εισαγωγή του “Sign Of The Cross”, ο Dickinson ανελκύονταν επί σκηνής επί ενός ξύλινου σταυρού. Μετά το τέλος της εισαγωγής του κομματιού, ο Dickinson κατέβαινε επί σκηνής και τα φτερά που έφερε ο σταυρός αναφλέγονταν. Αν και στο υπόλοιπο νοτιοαμερικανικό σκέλος της περιοδείας ο σταυρός δεν είχε χρησιμοποιηθεί για να αποφευχθούν αντιδράσεις τοπικών θρησκευτικών κύκλων, η χρήση του είχε προγραμματιστεί για τη συναυλία του Rio έτσι ώστε να αποθανατιστεί στο βίντεο της συναυλίας. Ωστόσο, μια δυσλειτουργία στον μηχανισμό ανέλκυσης, η οποία προέκυψε κατά τη διάρκεια της συναυλίας, εμπόδισε κάτι τέτοιο από το να συμβεί. Μάλιστα, η κραυγή ενός
roadie ο οποίος έσπασε το χέρι του στην προσπάθειά του να διορθώσει τη βλάβη έχει σβηστεί από τη μίξη αλλά ακούγεται στο bootleg της συναυλίας.
THE WICKER MAN
Ο τίτλος του κομματιού παραπέμπει στα σκιάχτρα που χρησιμοποιούνταν στο Samhain, κέλτικο παγανιστικό τελετουργικό γονιμοποίησης της γης το οποίο εκτελούσαν οι Δρυίδες κατά το Beltane (Μάιο) του κέλτικου ημερολογίου. Αυτοί, κατασκεύαζαν υπερμεγέθη ψάθινα ομοιώματα ανθρώπου, μέσα στα οποία έβαζαν ζώα, αιχμάλωτους πολέμου ή και εγκληματίες τους οποίους θυσίαζαν προς εξευγενισμό των Δρυίδων θεοτήτων πυρπολώντας τα. Έπειτα, σκόρπιζαν τις στάχτες στη γη, νομίζοντας ότι η θυσία εξευμένιζε τους θεούς, επιφέροντας καλή σοδειά, ενώ, ουσιαστικά, το έδαφος εμπλουτιζόταν από τις ουσίες που περιείχε η
τέφρα και κυρίως το άζωτο, βασικό συστατικό των σύγχρονων λιπασμάτων. Το έθιμο της
καύσης του «ψάθινου ανθρώπου» εμφανίζεται και στην ταινία “The Wicker Man” (1973), από την οποία έχει εμπνευστεί ο τίτλος του κομματιού.
Σύμφωνα με τον Dickinson, μέσα από την ατμόσφαιρα την οποία αποπνέουν οι στίχοι, προσπάθησε να περάσει την αποφασιστικότητα του συγκροτήματος να κάνει μια νέα, δυναμική αρχή, αψηφώντας όσους το είχαν κατακρίνει τα προηγούμενα χρόνια.
Το τετράστιχο μετά το πρώτο ρεφρέν αναφέρεται στον Χάρο, όπως αυτός παρουσιάζεται στην αρχαιοελληνική μυθολογία. Εκεί, ο Χάρος ήταν ο βαρκάρης των νεκρών. Ο Ερμής του έφερνε τις ψυχές των νεκρών, με τις οποίες ο Χάρος διέσχιζε τον ποταμό Αχέροντα, αφήνοντάς τες στην όχθη του Άδη. Σύμφωνα με την παράδοση, δεχόταν μόνο τις ψυχές
εκείνων των οποίων το σώμα είχε ταφεί ή καεί με τις δέουσες τελετές. Επίσης, ο Χάρος έπαιρνε έναν οβολό για τη μεταφορά της ψυχής στην άλλη άκρη του Αχέροντα, τον οποίο
τοποθετούσαν οι συγγενείς του νεκρού στο μέτωπο ή κάτω από τη γλώσσα του.
Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι το γεγονός πως η φράση των στίχων “piper at the gates of dawn” αποτελεί τον τίτλο του δισκογραφικού ντεμπούτου των Pink Floyd (1967), ο οποίος με τη σειρά του προέρχεται από τον τίτλο ενός κεφαλαίου του παιδικού παραμυθιού “The
Wind In The Willows” («Ο Αέρας Μέσα Στις Ιτιές») (1908) του Βρετανού συγγραφέα Kenneth Grahame (1859 – 1932), όπου με αυτόν το χαρακτηρισμό αναφέρεται στην αρχαιοελληνική θεότητα του Πάνα.
Ο Πάνας ήταν υιός του Ερμή και της νύμφης Δρυόπι. Ήταν θεός της φύσης, της γονιμότητας και της έκστασης καθώς και προστάτης των βοσκών. Αναπαριστάται συνήθως ως ένας ώριμος άντρας ή νεαρό αγόρι, με κέρατα και πόδια τράγου, κρατώντας αυλό. Στους χριστιανικούς χρόνους δαιμονοποιήθηκε και η λατρεία του συνδέθηκε με τον παγανισμό. Εξ’ ου και η αναφορά του στους στίχους, αφού οι Δρυίδες ήταν αυτοί που αντιπροσώπευαν το παγανιστικό στοιχείο στη Μ. Βρετανία.
Σύμφωνα με τον Dickinson31, ο αρχικός τίτλος του κομματιού ήταν “Your Time Will Come”, αλλά σύντομα άλλαξε σε “The Wicker Man” λόγω του στίχου “The shadow of the Wicker Man is rising up again”, ο οποίος είναι και ο μόνος που έχει σχέση με την ταινία και το έθιμο τα οποία αναφέρθηκαν ανωτέρω. Μάλιστα, ο Dickinson είχε χρησιμοποιήσει τον τίτλο “Wicker Man” σε μια δική του σύνθεση (1996) στην οποία περιγράφεται πολύ λεπτομερέστερα αυτή καθεαυτή η τελετή. Αυτή είδε το φως της δημοσιότητας μόνο στο bonus CD του “Best Of Bruce Dickinson” που κυκλοφόρησε το 2001.
Το κομμάτι αυτό αποτέλεσε και το πρώτο single του άλμπουμ, το εξώφυλλο της κύριας έκδοσης του οποίου κοσμούσε μια φωτογραφία του συγκροτήματος αντί του Eddie, προφανώς στην προσπάθεια του συγκροτήματος να διαφημίσει την επιστροφή των Dickinson και Smith. Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι ο Melvyn Grant έχει δηλώσει πως οι Maiden τον προσέγγισαν ζητώντας του να σχεδιάσει το εξώφυλλο του single, πρόταση την οποία απέρριψε λόγω φόρτου εργασίας. Στο βιντεοκλίπ του τραγουδιού υπάρχει μια αναφορά στη
σειρά “The Prisoner” (βλέπε The Prisoner, Back In The Village). Πρόκειται για τη «λευκή σφαίρα» η οποία «κυνηγάει» τον Dickinson, όπως κυνηγά κάθε κάτοικο του «Χωριού» της σειράς, ο οποίος προσπαθεί να δραπετεύσει από το «Χωριό».
GHOST OF THE NAVIGATOR
Θα μπορούσε να θεωρηθεί πως οι στίχοι αυτού του κομματιού συμπληρώνουν το νόημα των στίχων του “Futureal” και του “The Educated Fool” του προηγούμενου άλμπουμ, τονίζοντας τη σημασία της πορείας προς την πνευματική ολοκλήρωση μέσα από την απόκτηση εμπειριών. Η πορεία αυτή, σύμφωνα με τον Dickinson, εδώ συμβολίζεται με τα ταξίδια των Βίνκινγκ στα άγνωστα για αυτούς νερά του Βόρειου Ατλαντικού.
Ο παραλληλισμός της ζωής με ταξίδι παραπέμπει συνειρμικά στην Οδύσσεια του Ομήρου. Αυτή η σύνδεση ισχυροποιείται την αναφορά στις Σειρήνες αλλά και τις Συμπληγάδες Πέτρες (“crashing rocks”). Οι Σειρήνες ήταν υπάρξεις οι οποίες ήταν κατά το ήμισυ γυναίκες, οι οποίες δελέαζαν τους ναυτικούς με την όψη τους και το τραγούδι τους, οδηγώντας τους στο
θάνατό τους. Η εικόνα αυτών, κατά το ήμισυ γυναίκες και κατά το ήμισυ ψάρια, είναι διαδεδομένη σ’ όλο τον κόσμο.
Ωστόσο η σύγχρονη αυτή εικόνα των Σειρήνων είναι εντελώς διαφορετική από την αρχική τους. Οι πρώτες Σειρήνες, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, γεννήθηκαν από τον ποτάμιο θεό Αχελώο και εγκαταστάθηκαν στην Τυρρηνική Θάλασσα. Αυτές δεν είχαν ουρά ψαριού αλλά φτερά πουλιού. Ως τέτοιες περιγράφονται στην Οδύσσεια και απεικονίζονται σε παραστάσεις αγγείων.
Περαιτέρω απόδειξη αποτελεί η ίδια η εξιστόρηση του Ομήρου: όταν ο Οδυσσέας κατάφερε να αντισταθεί στο τραγούδι τους, δένοντας τον εαυτό του στο κατάρτι και βουλώνοντας τα αυτιά του με κερί, έπεσαν και πνίγηκαν στη θάλασσα, πράγμα παράδοξο για πλάσματα που από τη μέση και κάτω ήταν ψάρια.
Oι Συμπληγάδες Πέτρες ήταν δύο τεράστιοι βράχοι οι οποίοι διαρκώς συνέκλιναν, συγκρούονταν και απομακρύνονταν. Κανένα πλοίο δεν μπορούσε να περάσει από το προσωρινό πέρασμα που δημιουργούνταν, κάτι που υπενθύμιζαν με ζοφερό τρόπο τα πολλαπλά ναυάγια και οι σκελετοί ναυαγών που κείτονταν στους πρόποδες των βράχων αυτών. Ακόμη και τα άγρια περιστέρια που μετέφεραν την αμβροσία στο Δία, κάθε μέρα που περνώντας από εκεί λιγόστευαν κατά ένα, το οποίο αναπλήρωνε ο Δίας στέλνοντας άλλο για να συμπληρωθεί ο αριθμός τους.
Σύμφωνα με τον Dickinson, ο στίχος “Where I go I do not know, I only know the place I’ve been” αναφέρεται στη μέθοδο “deduced reckoning”, κατά την οποία ο πλοηγός πορεύεται με μόνο γνωστό σημείο αναφοράς ως προς τη γεωγραφική του θέση το τελευταίο γνωστό σημείο της διαδρομής του, παραλληλίζοντας αυτή την μέθοδο προσανατολισμού με την πορεία του ανθρώπου στη ζωή.
Σύμφωνα με τον Dickininson, το τραγούδι γράφτηκε στη πόλη Algarve που βρίσκεται στη νότια ακτή της Ισπανίας, εμπνευσμένο από τη μεγάλη ισπανική ναυτική παράδοση.
BRAVE NEW WORLD
Σύμφωνα με τον Dickinson, οι στίχοι είναι εμπνευσμένοι από το ομώνυμο μυθιστόρημα (1932) του Aldous Huxley (1894 – 1963).
Ο Huxley, με τη σειρά του, δανείστηκε την φράση του τίτλου από μια φράση στο έργο “The Tempest” («Η Θύελλα») (1612) του Shakespeare, στο οποίο ο Miranda αναφωνεί: “O, wonder! How many goodly creatures are there here! How beauteous mankind is! O brave new world that has such people in’t!” («Ω! Θαύμα! Πόσα αγαθά πλάσματα υπάρχουν εδώ! Πόσο όμορφη είναι η ανθρωπότητα! Ω γενναίος νέος κόσμος που έχει τέτοια άτομα σε αυτόν!»). Στον «γενναίο νέο κόσμο» του 632 μ.F. [μετά τον Henry Ford (1863 – 1947), πατέρα της βιομηχανικής επανάστασης], η ευημερία ολόκληρου του ανθρώπινου γένους έχει
επιτευχθεί. Ο έλεγχος της αναπαραγωγής, ο γενετικός προγραμματισμός, η υποβολή της
συνείδησης μέσω υπνοπαιδείας και το ναρκωτικό “soma”, αυτό που «μουδιάζει το μυαλό» (όπως αναφέρεται στο δεύτερο τετράστιχο), είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι της νέας κοινωνίας. Η κυοφορία των εμβρύων δε γίνεται πλέον στη μήτρα αλλά στην κορδέλα της βιομηχανικής παραγωγής, όπου οι εργάτες διαμορφώνουν τα χαρακτηριστικά των μελλοντικών πολιτών,
κατατάσσοντάς τους σε κατηγορίες ανθρώπων.
Οι κατηγορίες κυμαίνονται από τους υπερευφυείς «Άλφα Συν» ως τους ελαφρά διανοητικά καθυστερημένους εργάτες «Έψιλον». Οι «Άλφα» και οι «Βήτα» είναι οι μόνοι που γνωρίζουν τις βάσεις αυτές, πάνω στις οποίες στηρίζεται η κοινωνία και, όπως αναφέρεται και στους στίχους, δε μοιράζονται αυτή τη γνώση με τις υπόλοιπες κατηγορίες ανθρώπων (“those who know will not tell”).
Κάθε άτομο υποβάλλεται μέσω υπνοπαιδείας στο να αγαπάει το επάγγελμά και την κοινωνική θέση τα οποία αντιστοιχούν στην κατηγορία του. Εκτός της εργασίας τους, οι άνθρωποι περνούν τον καιρό τους απόλυτα ευτυχισμένοι, κάτι που τους εξασφαλίζει η υπερκατανάλωση, η συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες και το ελεύθερο σεξ. Ωστόσο, ο,τιδήποτε απειλεί την ισορροπία στην οποία βασίζεται αυτή η κοινωνία, δηλαδή η αγάπη, ο γάμος, η πατρότητα και η μητρότητα, αντιμετωπίζεται ως εκδήλωση αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Ο Bernard, ένας «Άλφα» του οποίου ο προγραμματισμός δεν εξελίχθηκε όπως θα έπρεπε, είναι συνεχώς δυσαρεστημένος και επιζητά την απομόνωση, σκεπτόμενος ή ατενίζοντας τα άστρα. Σε μια επίσκεψή του μαζί με μια κοπέλα, την Lenina, στον καταυλισμό των «άγριων» (περιθωριοποιημένων ατόμων, γόνων ερωτικής συνεύρεσης, γεννημένων από μητέρα, χωρίς να προκαθοριστούν και να προγραμματιστούν) γνωρίζει τον John, γιο της Linda, μιας γυναίκας που, ενώ ανήκε στον «γενναίο νέο κόσμο», είχε μείνει έγκυος κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής της στον καταυλισμό, οπότε και παρέμεινε εκεί.
Ο John ερωτεύεται την Lenina, η οποία τον φέρνει μαζί της στον κόσμο της, στον «γενναίο νέο κόσμο», οι πολίτες του οποίου τον αντιμετωπίζουν ως τον «Επισκεπτόμενο Άγριο». Ο John αδυνατεί να προσαρμοστεί σε μια τόσο διαφορετική κοινωνία και τελικά αυτοκτονεί.
Σύμφωνα με τον Dickinson οι αποτελούν λόγια του John με τα οποία απευθύνεται στη μητέρα του αναζητώντας παρηγοριά αλλά και προειδοποιεί τους πολίτες του «γενναίου νέου κόσμου» για την κρυφή, απάνθρωπη φύση της κοινωνίας στην οποία ανήκουν.
Ο στίχος που ανοίγει το κομμάτι αναφέρεται σε ετοιμοθάνατους κύκνους, μια εικόνα που δε συναντάται στο έργο του Huxley. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Dickinson τον εμπνεύστηκε από
ένα άρθρο που είχε διαβάσει το οποίο αφορούσε ένα είδος πελαργών της Ιαπωνίας, ονομαζόμενο Tancho, το οποίο κινδύνευε με εξαφάνιση. Στο άρθρο, κάποιοι Ιάπωνες εξέφραζαν την άποψη ότι από τη στιγμή που οι πελαργοί έχουν φωτογραφηθεί και υπάρχει
αρκετό οπτικό υλικό για αυτούς, δεν έχει σημασία αν αφανιστεί το είδος τους ή όχι. Αυτό, στα μάτια του Dickinson, αποτέλεσε μια ζοφερή επαλήθευση της μελλοντικής πραγματικότητας που περιέγραψε ο Huxley.
BLOOD BROTHERS
Ο τίτλος του τραγουδιού παραπέμπει σε μια τελετή των Ινδιάνων κατά την οποία δύο φίλοι
έκοβαν το χέρι τους πάνω από τον καρπό και έφερναν σε επαφή τα τραύματα τους, ανταλλάσσοντας, παράλληλα, όρκους αιώνιας φιλίας. Στους στίχους αυτού του τραγουδιού ο
Harris, για μια ακόμη φορά, αναφέρει το νεκρό πατέρα του, αλλά και το «βιβλίο των νεκρών» (βλέπε “The Educated Fool”). Ο ίδιος έχει δηλώσει πως οι στίχοι αφορούν το ότι «όλοι είμαστε φτιαγμένοι από σάρκα και αίμα, καθώς και το ότι στον κόσμο συναντάς τόσο το κακό όσο και το καλό». Σύμφωνα με τον Dickinson, ο Harris απευθύνεται μέσω των στίχων στον πατέρα του, διαβεβαιώνοντάς τον ότι θα είναι για πάντα ενωμένοι, «αδελφοί
αίματος».
Χαμηλά στην παραγωγή υπάρχει ενορχήστρωση συντεθειμένη από τον Harris και εκτελεσμένη με πλήκτρα από το συνθέτη / προγραμματιστή / παραγωγό Jeff Bova, ο οποίος έχει συνεργαστεί με πολλούς καλλιτέχνες, όπως οι Pink Floyd, ο Meat Loaf και ο David Lee Roth.
THE MERCENARY
Oι στίχοι φαίνεται να είναι επηρεασμένοι από την ταινία “Predator” (1987), κάτι που δεν έχει
επιβεβαιωθεί από το συγκρότημα. Εκτός, ωστόσο, από τη νοηματική συσχέτιση των στίχων με την ταινία, οι φράσεις “Diablo come again” και “…to make trophies out of men” είναι παρμένες από την ταινία. Επίσης, ο στίχος “see the jungle burning bright” προφανώς
αναφέρεται στην πυρκαγιά που ξεσπάει στο δάσος κατά τη διάρκεια της ταινίας.
Σύμφωνα με τον Harris, αρχικά, σαν τίτλος του κομματιού είχε προταθεί το “The Bounty Hunter” («Ο Επί Αμοιβής Κυνηγός») αλλά προτιμήθηκε το “The Mercenary” ως πιο εύηχο.
DREAM OF MIRRORS
Σύμφωνα με τον Dickinson, είναι ένα από τα τραγούδια του Harris των οποίων οι στίχοι εμπνεύστηκαν από εφιάλτες του. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Harris, οι στίχοι αφορούν την σκοτεινή πλευρά της πραγματικότητας.
Στη δεκαετία του 1950, κάποιοι ερευνητές είχαν οδηγηθεί στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τα όνειρα ως ασπρόμαυρα και όχι έγχρωμα. Ο καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου UC Riverside, Eric Schwitzgebel (γεννηθείς το 1968, Ph.D., UC Berkeley, 1997), εξήγησε το φαινόμενο αυτό τονίζοντας ότι οι αναφορές σε ασπρόμαυρα όνειρα ήταν επηρεασμένες από τις ασπρόμαυρες εικόνες των τηλεοπτικών δεκτών της εποχής. Ο Bayley είχε δηλώσει41 στον δημοσιογράφο Kevin Lomax πως συμμετείχε στο γράψιμο των στίχων αυτού του κομματιού και είχε εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι το όνομά του δε συμπεριλήφθηκε στα credits του τραγουδιού.
THE FALLEN ANGEL
Σύμφωνα με τον Harris, συνθετικά, το κομμάτι αυτό αποτελούσε «φόρο τιμής» στους Thin Lizzy. Οι στίχοι φαίνεται να αποτελούν το διάλογο μεταξύ του Σατανά και ενός ατόμου κατειλημμένου από σατανικό πνεύμα. Στο πρώτο τετράστιχο, ο Σατανάς περιγράφει στο δαιμονισμένο τι θα του συμβεί. Το δεύτερο και το τρίτο τετράστιχο αποτελούν την απάντηση του δαιμονισμένου, η οποία, παρά τις ανησυχίες που εκφράζει, είναι μια απάντηση που φανερώνει υπακοή και υποτέλεια στο θέλημα του Σατανά εκ μέρους του δαιμονισμένου. Το τελευταίο τετράστιχο επιβεβαιώνει τα λόγια του Σατανά από το πρώτο τετράστιχο, αφού
αποτελούν τα λόγια του δαιμονισμένου του οποίου το μυαλό του έχει καταληφθεί από «ένα διάβολο».
Το τραγούδι φαίνεται να είναι εμπνευσμένο από την ταινία “Fallen” («Έκπτωτος») (1998), κάτι, ωστόσο, το οποίο δεν έχει επιβεβαιωθεί από το συγκρότημα. Σύμφωνα με την εβραϊκή παράδοση, ο Azazel ήταν ο φύλακας των τράγων. Τη δέκατη μέρα του Σεπτεμβρίου, ήταν εβραϊκό έθιμο να διαλέγονται δύο τράγοι: ένας για το Θεό και ο άλλος για τον Azazel. Ο τράγος του Θεού θυσιαζόταν και το αίμα του χρησίμευε ως άφεση αμαρτιών.
Ο αρχιερέας έπειτα ακούμπαγε τα χέρια του στη κεφαλή του τράγου του Azazel και εξομολογούταν τις αμαρτίες του αλλά και αυτές του λαού. Ο τράγος, τότε, οδηγούνταν στην έρημο και απελευθερωνόταν, φέροντας τις αμαρτίες του λαού. Ο Azazel έπειτα επέστρεφε τον τράγο. Στα Εβραϊκά, Azal σημαίνει «φεύγω» και ez σημαίνει «τράγος». “Azazel”
σημαίνει «αποδιοπομπαίος τράγος», μια φράση που έχει παραμείνει ως τις μέρες μας (στα αγγλικά “scapegoat”). Σε μεταγενέστερες ραβινικές γραφές περιγράφεται και ως ο ίδιος ο Σατανάς, πνεύμα ακάθαρτο και έκπτωτος άγγελος.
Η αναφορά στον Azazel φέρνει επίσης στο νου το «Βιβλίο των Γιγάντων» από το «Βιβλίο του Ενώχ» (γραμμένο στα Αραμαϊκά μετά το 200 π.Κ.Χ. στην Παλαιστίνη), ένα από τα λεγόμενα «Ψευδοευαγγέλια», ευαγγέλια τα οποία έχει απορρίψει η Εκκλησία ως παραπλανητικά και αμφιβόλου προέλευσης. Σε αυτό, επαναστατούντες Άγγελοι, οι «Ελωίμ» (μεταφράζεται ως «Άγγελοι», «Άρχοντες» κ.α.), υιοί του Θεού, κηρύσσουν τον πόλεμο σε αυτόν, δίνουν όπλα στους άνδρες και τους μαθαίνουν να πολεμάνε. Επίσης, συνουσιάζονται με γυναίκες, οι οποίες μένουν έγκυες από αυτή τη συνεύρεση και γενούν Γίγαντες, οι οποίοι βασανίζουν
και τρώνε τους ανθρώπους. Ο Θεός, οργισμένος, ζητά την παραδειγματική τιμωρία του αρχηγού των Αγγέλων, του Azazel.
THE NOMAD
Σύμφωνα με τον Dickinson, oι στίχοι είναι εμπνευσμένοι από τον τρόπο ζωής των Βεδουίνων, φυλών της αραβικής ερήμου. Αυτές οι φυλές έχουν τις ρίζες τους σε φύλα που κατέβηκαν προς τις αχανείς έρημους του Sinai και του Negev κατά τον 14ο με 18ο αιώνα. Το όνομά τους προέρχεται από την αφρικανική λέξη “bedu” που μεταφράζεται «κάτοικος της
ερήμου».
Οι Βεδουίνοι ήταν νομαδικές φυλές (Negev και Sinai) οι οποίες ταξίδευαν κυκλικά από όαση σε όαση, εκμεταλλευόμενες τους πόρους αυτών μέχρι εξαντλήσεώς τους, οπότε και μετακινούνταν για να ανανεωθούν οι πόροι της όασης. Κατά τη διάρκεια του μεσαίου ορχηστρικού τμήματος του τραγουδιού, χαμηλά στην παραγωγή υπάρχει ενορχήστρωση συντεθειμένη από τον Harris και εκτελεσμένη με πλήκτρα από τον Jeff Bova, ενώ τα υπόλοιπα πλήκτρα είναι παιγμένα από τον ίδιο τον Harris.
OUT OF THE SILENT PLANET
Σύμφωνα με τον Dickinson, οι στίχοι του τραγουδιού είναι εμπνευσμένοι από την ταινία “The Forbidden Planet” («O Απαγορευμένος Πλανήτης») (1956). Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η ταινία είναι αναπροσαρμογή του έργου “The Tempest” («Η Θύελλα») του Shakespeare, από το οποίο, όπως αναφέρθηκε ήδη, ο Huxley δανείστηκε τη φράση
“Brave New World”.
Στο σενάριο της ταινίας ένας πολιτισμός ανακαλύπτει έναν πλανήτη στον οποίο ανθούσε
κάποτε ένας άλλος, πολύ προηγμένος πολιτισμός. Ωστόσο, οι κάτοικοι του πλανήτη αυτού έχουν προ πολλού αφανιστεί, αφήνοντας πίσω τους τα τεχνολογικά τους επιτεύγματα. Έτσι, σύμφωνα με τον ίδιο, ο Dickinson έγραψε τους στίχους φανταζόμενος το είδος αυτό την περίοδο που συντελούταν ο αφανισμός του, προκαλούμενος από την λανθασμένη εφαρμογή των επιτευγμάτων του, να προσπαθεί να μεταναστεύσει από τον «σιωπηλό του πλανήτη» προς κάποιον άλλο. Προφανώς, οι στίχοι αποτελούν μια έμμεση αναφορά στην καταστροφή του οικοσυστήματος, καθώς και στο ενδιαφέρον του ανθρώπου να εποικήσει τη Σελήνη, τον Άρη και άλλα ουράνια σώματα εντός του Ηλιακού μας συστήματος.
Ο τίτλος του κομματιού παραπέμπει και στο ομώνυμο μυθιστόρημα (1938) του Clive Staples Lewis (1898 – 1963), στο οποίο η Γη είναι ο «σιωπηλός πλανήτης», επειδή δεν υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας με το υπόλοιπο σύμπαν. Ωστόσο, δεν έχει επιβεβαιωθεί σχέση των στίχων με αυτό το βιβλίο από τους Maiden.
Σύμφωνα, τέλος, με τον Dickinson, ο Harris και αυτός είχαν διαφορετικές απόψεις ως προς τη δομή του τραγουδιού. Ο Dickinson ήθελε το τραγούδι να ξεκινάει απευθείας με το καλπάζον refrain, ενώ ο Harris, του οποίου η επιθυμία τελικά και επικράτησε, ήθελε το κομμάτι να ξεκινά με πιο αργό ρυθμό από αυτό του refrain. Στην συντετμημένη έκδοση που εμφανίζεται στο single ακούγεται και το πως ήθελε ο Dickinson να ξεκινάει το κομμάτι (αφού λείπει η αργή εισαγωγή).
Αποτέλεσε το δεύτερο single άλμπουμ. Μάλιστα, ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες από εσωτερικούς κύκλους της EMI παρουσίαζαν τους Maiden δυσαρεστημένους με αυτή την επιλογή, αφού, σύμφωνα με την ίδια πηγή, οι ίδιοι επιθυμούσαν και προόριζαν ως δεύτερο single το “Brave New World” ή το “Blood Brothers”. Τις φήμες αυτές ενισχύει και το γεγονός πως οι Maiden έπαιξαν το κομμάτι ζωντανά μόνο δύο φορές, κάτι εξαιρετικά σπάνιο για κομμάτι που έχει επιλεγεί για single από τους Maiden.
THE THIN LINE BETWEEN LOVE AND HATE
Μέσα από τους στίχους ο Harris φαίνεται να πραγματεύεται το δίλημμα του αν η αντικοινωνική συμπεριφορά είναι προϊόν έμφυτης ροπής ή περιβάλλοντος ανατροφής. Σύμφωνα με τον Dickinson, οι στίχοι αναφέρονται έμμεσα στο Κάρμα, μια έννοια η οποία συναντάται στον Βουδισμό και τον Ινδουισμό, η οποία συσχετίζει τα αίτια της ευτυχίας ή δυστυχίας του ατόμου με το ποιόν του ιδίου και την θετική ή αρνητική «ενέργεια» την οποία συσσωρεύει το άτομο μέσα από τις σκέψεις και τις πράξεις του.
Στο τέλος του κομματιού, ανάμεσα στα γέλια των υπολοίπων, ακούγεται ο
εξής διάλογος:
McBrain: “Oh, I fucking missed it!”
McBrain: «Ω, το έχασα γαμώτο!»
Harris: “We’ll keep that on tape!”
Harris: «Θα το κρατήσουμε στην ηχογράφηση!»
McBrain: “…fucking missed it!”
McBrain: «…το έχασα γαμώτο!»
Αυτή η φράση κρατήθηκε στο άλμπουμ γιατί η ερμηνεία της είναι διφορούμενη. Σύμφωνα με τον Harris, o McBrain νόμιζε, εσφαλμένα, πως στο τέλος του κομματιού του ξέφυγε ένα cymbal που έπρεπε να έχει κρούσει και γι’ αυτό είπε αυτή τη φράση, η οποία σημαίνει «το έχασα γαμώτο!». Η φράση όμως μπορεί και να μεταφραστεί ως «μου έλειψε γαμώτο!», κάτι που, προφανώς, θα αναφερόταν στην επιστροφή των Smith και Dickinson των Maiden.
Απο το ηλεκτονικό βιβλίο “Τα μυστικά της Σιδηράς Παρθένου”